
Ήρθε πάλι η ώρα της ύβρεως προς τους ήρωες νεκρούς ή τους “ανύπαρκτούς νεκρούς”.
Κάθε χρόνο τέτοια ημέρα οργιάζουν οι πολέμιοι της Δημοκρατίας και οι οραματιζόμενοι αυταρχικά καθεστώτα, χωρίς να έχουν συνειδητοποιήσει καν ότι η Δημοκρατία είναι αυτή που τους δίνει τη δυνατότητα να βρίζουν τους θεσμούς και να εκφράζουν την άποψή τους, όσο αποκρουστική και ατεκμηρίωτη και αν είναι.
Τα γεγονότα του Νοεμβρίου 1973, που κατέληξαν στην αιματοχυσία της 17ης Νοεμβρίου, θα μας θυμίζουν πως η Ελευθερία δεν ήταν πάντα δεδομένη και ότι την χαιρόμαστε χάρη στην προσπάθεια κάποιων. Αποτέλεσαν την αρχή του τέλους για τη χούντα. Η Ελευθερία να λέμε την άποψή μας, η Ελευθερία να βγαίνουμε έξω έως αργά, η Ελευθερία να διασκεδάζουμε, η Ελευθερία να μορφωνόμαστε κοινωνικά και ακαδημαϊκά. Η Ελευθερία που έδωσε τη δυνατότητα ακόμη και στους πολέμιούς της να αναδειχθούν (βλέπε απλά ποιο κόμμα έχει εισέλθει στη Βουλή και ορισμένους από τους βουλευτές του κοινοβουλίου). Αυτή είναι η Δημοκρατία, η Ελευθερία και η Ισότητα.
Σίγουρα οι δημοκρατικοί θεσμοί σε πολλές χώρες δεν εφαρμόζονται. Ο σκληρός καπιταλισμός έφερε μία μεγάλη ανατροπή στις κοινωνικές και θεσμικές αξίες τις τελευταίες δεκαετίες, αφήνοντας στο περιθώριο μία μερίδα πολιτών. Ωστόσο, η όποια δυσλειτουργία της Δημοκρατίας δεν δικαιολογεί την κατάργησή της και την επιστροφή της χώρας σε σκοτεινές περιόδους φασισμού. Το έχουμε ξαναγράψει, είναι πάντα εύκολο να κατηγορούμε “τους άλλους”, τους ξένους ή, στην προκειμένη περίπτωση, το ίδιο το πολίτευμα που εκπροσωπεί την Ελευθερία, τον αιώνιο εχθρό των βλαβερά κλειστόμυαλων ανθρώπων. Για κάποιο λόγο, ορισμένοι Έλληνες περιμένουν πάντα έναν αυταρχικό “σωτήρα”, είτε αυτός λέγεται Βασιλιάς, είτε Παπαδόπουλος κλπ, ως αποτέλεσμα της προσωπικής τους απροθυμίας να προσπαθήσουν να ζήσουν ευχάριστα τη ζωή τους.
Στην Ελλάδα, η Δημοκρατία υφίσταται αδιαμφισβήτητα από πλευράς Ελευθερίας, και αυτό γιατί κάποιοι έχουν δώσει ακόμη και τη ζωή τους. Βασανίστηκαν, τραυματίστηκαν, αφιέρωσαν τη ζωή τους, δολοφονήθηκαν. Και όταν σχεδόν όλη η υφήλιος αναγνώρισε τις θυσίες τους, οι ίδιοι οι ομοεθνείς τους σπιλώνουν τις μνήμες τους ακόμη και μετά από τέσσερις+ δεκαετίες. Αυτό ήταν πάντα ένα από τα χαρακτηριστικά αυτής της χώρας, όπως θα γνωρίζουν και οι καλοί γνώστες της ιστορίας.
Η σπίλωση της μνήμης των νεκρών του Πολυτεχνείου, αλλά και όσων αγωνίστηκαν για να καταργηθεί το εμετικό, δολοφονικό, καταστροφικό και δικτατορικό καθεστώς της χούντας, συνεπάγεται και μία σειρά από άλλες καταπατήσεις. Συνεπάγεται την καταπάτηση εννοιών όπως η έρευνα, η απόδειξη, οι πηγές. Ακόμη και αν δεν είχες ακόμη γεννηθεί τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο (όπως στην περίπτωση των συντακτών αυτού του κειμένου), το συμπέρασμα απαιτεί επίκληση προσωπικής έρευνας ή αξιόπιστης έρευνας άλλων. Στο τέλος του κειμένου παραθέτουμε τεκμηριωμένα αφιερώματα της Μηχανής του Χρόνου και ορισμένων ελληνικών μέσων ενημέρωσης. Μεταξύ άλλων θα διαπιστώσετε αυτά που λίγο πολύ όλοι ξέρουμε για τα “οικονομικά θαύματα” της περιόδου 1967-1974: τον υπερδιπλασιασμό του δημόσιου χρέους, την εκτόξευση του εμπορικού ελλείμματος, τα έργα που ούτως ή άλλως ήταν δρομολογημένα από προηγούμενες κυβερνήσεις, την εκτόξευση του πληθωρισμού, τη μετατροπή του πλεονάσματος σε έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών κλπ κλπ. Με λίγα λόγια, θα διαπιστώσετε την ασύλληπτη διαφθορά, η οποία υπερκαλύπτει ακόμη και τα χάλια που ακολούθησαν από πλευράς διαφάνειας τις επόμενες δεκαετίες.
Επίσης, η σπίλωση της μνήμης των νεκρών του Πολυτεχνείου συνεπάγεται την “αποκάλυψη” όσων αναπολούν επιστροφή αυταρχικών καθεστώτων. Αποκαλύπτει την πλευρά στην οποία θα υπάγονταν, αν όντως υπήρχε ακόμη δικτατορικό καθεστώς στην Ελλάδα. Αποκαλύπτει πως θα βρίσκονταν στην πλευρά αυτών που “έδειχναν” τους αντιφρονούντες, αυτών που βασάνιζαν τους αντιφρονούντες, αυτών που θα βρίσκονταν στον περίγυρο της εξουσίας. Ίσως αυτό να έδινε νόημα στη μίζερη και γεμάτη μίσος ζωή τους. Μίας ζωής που έχει χάσει τελείως το νόημά της και γεμίζει μόνο με οραματισμό πολέμων, με ύβρη των διαφορετικών και βία.
Ας εστιάσουμε, λοιπόν, αυτή την ημέρα που γιορτάζουμε την ίδια μας την Ελευθερία, να εστιάσουμε σε αυτούς που τιμούν την μνήμη όσων αφιέρωσαν τις ζωές τους για εμάς. Ας αφήσουμε στην άκρη τους ακραίους, τους ρατσιστές, τους οραματιστές άρρωστων καταστάσεων και δικτατορικών καθεστώτων. Ας βγούμε έξω, ας γιορτάσουμε και ας χαρούμε την Ελευθερία που μας προσέφεραν οι θυσίες των ηρώων.
Οι νεκροί του Πολυτεχνείου
Όπως έχει παραθέσει ορισμένα αξιόπιστα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, επικαλούμενα τις κατάλληλες πηγές και έρευνες (μεταξύ άλλων: Δημήτρης Παπαχρήστος, Το Πολυτεχνείο ζει, εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα 2004, σελ. 41-45 /Δημήτρης Χατζησωκράτης, Πολυτεχνείο ’73, εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2004, σελ. 176-177, 424-425 /Βαγγέλης Αγγελής & Ολύμπιος Δαφέρμος, Όνειρο ήταν, έκδοση ΕΔΙΑ-Οδυσσέας, Αθήνα 2005, σελ.378-388), οι 24 ήρωες του Πολυτεχνείου που έδωσαν τη ζωή τους για το δικαίωμα του ελληνικού λαού στην ελευθερία, είναι οι:
Σπυρίδων Κοντομάρης του Αναστασίου, 57 ετών, δικηγόρος (πρώην βουλευτής Κερκύρας της Ένωσης Κέντρου), κάτοικος Αγίου Μελετίου, Αθήνα. Στις 16.11.1973, γύρω στις 20.30-21.00, ενώ βρισκόταν στη διασταύρωση οδών Γεωργίου Σταύρου & Σταδίου, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να υποστεί έμφραγμα του μυοκαρδίου. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Διομήδης Κομνηνός του Ιωάννη, 17 ετών, μαθητής, κάτοικος Λευκάδος 7, Αθήνα. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.30 και 21.45, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στη διασταύρωση των οδών Αβέρωφ & Μάρνη, τραυματίστηκε θανάσιμα στην καρδιά από πυρά που έρριξαν εναντίον του άνδρες της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών (όπως λεγόταν τότε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο).
Σωκράτης Μιχαήλ, 57 ετών, εμπειρογνώμων ασφαλιστικής εταιρείας, κάτοικος Περιστερίου Αττικής. Στις 16.11.1973, μεταξύ 21.00 και 22.30, ενώ βρισκόταν μεταξύ των οδών Μπουμπουλίνας και Σόλωνος, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έρριχνε η Αστυνομία κατά των διαδηλωτών, με αποτέλεσμα να υποστεί απόφραξη της αριστεράς στεφανιαίας. Μεταφέρθηκε ημιθανής στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. (F Σεπτεμβρίου), όπου και πέθανε.
Toril Margrethe Engeland του Per Reidar, 22 ετών, φοιτήτρια από το Molde της Νορβηγίας. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο στήθος από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο ξενοδοχείο «Ακροπόλ» και αργότερα, νεκρή ήδη, στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως «Αιγυπτία Τουρίλ Τεκλέτ» και η παρεξήγηση αυτή επιβιώνει ακόμη σε κάποιους «καταλόγους νεκρών».
Βασίλειος Φάμελλος του Παναγιώτη, 26 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, από τον Πύργο Ηλείας, κάτοικος Κάσου 1, Κυψέλη, Αθήνα. Στις 16.11.1973, γύρω στις 23.30, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά της φρουράς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως. Μεταφέρθηκε από διαδηλωτές στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. και από εκεί, νεκρός πλέον, στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών.
Γεώργιος Σαμούρης του Ανδρέα, 22 ετών, φοιτητής Παντείου, από την Πάτρα, κάτοικος πλατείας Κουντουριώτου 7, Κουκάκι. Στις 16.11.1973 γύρω στις 24.00, ενώ βρισκόταν στην ευρύτερη περιοχή του Πολυτεχνείου (Καλλιδρομίου και Ζωσιμάδων), τραυματίστηκε θανάσιμα στον τράχηλο από πυρά της αστυνομίας. Μεταφέρθηκε στο πρόχειρο ιατρείο του Πολυτεχνείου, όπου απεβίωσε. Από εκεί μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ι.Κ.Α. Ανακριβώς είχε αναφερθεί αρχικά από την Αστυνομία ως «Χαμουρλής».
Δημήτριος Κυριακόπουλος του Αντωνίου, 35 ετών, οικοδόμος, από τα Καλάβρυτα, κάτοικος Περιστερίου Αττικής. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973 ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια και στη συνέχεια κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, συνεπεία των οποίων πέθανε, από οξεία ρήξη αορτής, τρεις ημέρες αργότερα, στις 19.11.1973, ενώ μεταφερόταν στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ.
Σπύρος Μαρίνος του Διονυσίου, επονομαζόμενος Γεωργαράς, 31 ετών, ιδιωτικός υπάλληλος, από την Εξωχώρα Ζακύνθου. Κατά τις βράδυνες ώρες της 16.11.1973, ενώ βρισκόταν στην περιοχή του Πολυτεχνείου, κτυπήθηκε από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοε-γκεφαλικές κακώσεις. Μεταφέρθηκε στο Θεραπευτήριο Πεντέλης, όπου πέθανε τη Δευτέρα, 19.11.1973, από οξύ αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Τάφηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου στις 9.9.1974, έγινε τελετή στη μνήμη του.
Νικόλαος Μαρκούλης του Πέτρου, 24 ετών, εργάτης, από το Παρθένι Θεσσαλονίκης, κάτοικος Χρηστομάνου 67, Σεπόλια, Αθήνα, εργάτης. Κατά τις πρωινές ώρες της 17.11.1973, ενώ βάδιζε στην πλατεία Βάθης, τραυματίστηκε στην κοιλιά από ριπή στρατιωτικής περιπόλου. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε τη Δευτέρα 19.11.1973.
Αικατερίνη Αργυροπούλου σύζυγος Αγγελή, 76 ετών, κάτοικος Κέννεντυ και Καλύμνου, Αγιοι Ανάργυροι Αττικής. Στις 10.00 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην αυλή του σπιτιού της, τραυματίστηκε στην πλάτη από σφαίρα. Διακομίστηκε στην κλινική «Παμμακάριστος» (Κάτω Πατήσια), όπου νοσηλεύτηκε επί ένα μήνα και κατόπιν μεταφέρθηκε στο σπίτι της, όπου πέθανε συνεπεία του τραύματος της μετά από ένα εξάμηνο (Μάιος 1974).
Στυλιανός Καραγεώργης του Αγαμέμνονος, 19 ετών, οικοδόμος, κάτοικος Μιαούλη 38, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 10.15 το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μαζί με άλλους διαδηλωτές στην οδό Πατησίων, μεταξύ των κινηματογράφων «ΑΕΛΑΩ» και «ΕΑΛΗΝΙΣ», τραυματίστηκε από ριπή πολυβόλου που έρριξε εναντίον τους περίπολος πεζοναυτών που επέβαινε ενός τεθωρακισμένου οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου πέθανε μετά από 12 μέρες, στις 30.11.1973.
Μάρκος Καραμανής του Δημητρίου, 23 ετών, ηλεκτρολόγος, από τον Πειραιά, κάτοικος Χίου 35, Αιγάλεω. Στις 10.30 περίπου το πρωί της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα πολυκατοικίας επί της πλατείας Αιγύπτου 1, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά της στρατιωτικής φρουράς που ενέδρευε στην ταράτσα του Ο.Τ.Ε. (αυτουργός ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Λυμπέρης, 573ου Τάγματος Πεζικού). Μεταφέρθηκε στην κλινική «Παντάνασσα» (πλατεία Βικτωρίας), όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Αλέξανδρος Σπαρτίδης του Ευστρατίου, 16 ετών, μαθητής, από τον Πειραιά, κάτοικος Αγίας Λαύρας 80, Αθήνα. Στις 10.30 με 11.00 περίπου το πρωί της 17.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Κότσικα, τραυματίστηκε θανάσιμα στην κοιλιά από πυρά της στρατιωτικής φρουράς που ενέδρευε στην ταράτσα του Ο.Τ.Ε. (αυτουργός ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Λυμπέρης, 573ου Τάγματος Πεζικού). Με διαμπερές τραύμα μεταφέρθηκε στο Κ.Α.Τ., όπου τον βρήκε νεκρό ο πατέρας του.
Δημήτριος Παπαϊωάννου, 60 ετών, διευθυντής ταμείου αλευροβιομηχάνων, κάτοικος Αριστομένους 105, Αθήνα. Γύρω στις 11.30 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην πλατεία Ομονοίας, προσβλήθηκε από δακρυγόνα αέρια που έριχνε η Αστυνομία. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του, συνεπεία εμφράγματος.
Γεώργιος Γεριτσίδης του Αλεξάνδρου, 47 ετών, εφοριακός υπάλληλος, κάτοικος Ελπίδος 29, Νέο Ηράκλειο Αττικής. Στις 12.00 της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν μέσα στο αυτοκίνητο του στα Νέα Λιόσια, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά που διέσχισαν τον ουρανό του αυτοκινήτου. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν.
Βασιλική Μπεκιάρη του Φωτίου, 17 ετών, εργαζόμενη μαθήτρια, από τα Αμπελάκια Βάλτου Αιτωλοακαρνανίας, κάτοικος Μεταγένους 8, Νέος Κόσμος. Στις 12.00 το μεσημέρι της 17.11.1973, ενώ βρισκόταν στην ταράτσα του σπιτιού της, τραυματίστηκε θανάσιμα στον αυχένα από πυρά. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών και στη συνέχεια στον «Ευαγγελισμό», όπου πέθανε αυθημερόν.
Δημήτρης Θεοδώρας του Θεοφάνους, 52 ετών, κάτοικος Ανακρέοντος 2, Ζωγράφου. Στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ διέσχιζε με τη μητέρα του τη διασταύρωση της οδού Ορεινής Ταξιαρχίας με τη λεωφόρο Παπάγου στου Ζωγράφου, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά στρατιωτικής περιπόλου με επικεφαλής αξιωματικό (πιθανόν ο ίλαρχος Σπυρίδων Σταθάκης του Κ.Ε.Τ/Θ), που βρισκόταν ακροβολισμένη στο λόφο του Αγίου Θεράποντος. Εξέπνευσε ακαριαία και όταν μεταφέρθηκε στο Νοσοκομείο των Παίδων, απλώς διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Αλέξανδρος Βασίλειος (Μπασρί) Καράκας, 43 ετών, Αφγανός τουρκικής υπηκοότητας, ταχυδακτυλουργός, κάτοικος Μύρων 10, Αγιος Παντελεήμονας, Αθήνα. Στις 13.00, της 17.11.1973, ενώ βάδιζε με τον 13χρονο γιο του στη διασταύρωση των οδών Χέϋδεν και Αχαρνών, τραυματίστηκε θανάσιμα στην κοιλιά από ριπή μυδραλίου τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος. Μεταφέρθηκε απευθείας στο νεκροτομείο, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Αλέξανδρος Παπαθανασίου του Σπυρίδωνος, 59 ετών, συνταξιούχος εφοριακός, από το ΚεράσοΒο Αιτωλοακαρνανίας, κάτοικος Νάξου 116, Αθήνα. Στις 13.30 της 18.11.1973, ενώ βάδιζε με τις ανήλικες κόρες του στη διασταύρωση των οδών Δροσοπούλου και Κύθνου, απέναντι από το ΙΣΤ’ Αστυνομικό Τμήμα, βρέθηκε εν μέσω πυρών, προερχομένων από τους αστυνομικούς του Τμήματος, με αποτέλεσμα να πάθει συγκοπή. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του.
Ανδρέας Κούμπος του Στέργιου 63 ετών, βιοτέχνης, από την Καρδίτσα, κάτοικος Αμαλιάδος 12, Κολωνός. Γύρω στις 11.00 με 12.00 της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Γ’ Σεπτεμβρίου και Καποδιστρίου, τραυματίστηκε στη λεκάνη από πυρά μυδραλίου τεθωρακισμένου στρατιωτικού οχήματος. Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ., κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών και τέλος στο Κ.Α.Τ., όπου και πέθανε στις 30.1.1974.
Μιχαήλ Μυρογιάννης του Δημητρίου, 20 ετών, ηλεκτρολόγος, από τη Μυτιλήνη, κάτοικος Ασημάκη Φωτήλα 8, Αθήνα. Στις 12.00 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Στουρνάρη, τραυματίστηκε θανάσιμα στο κεφάλι από πυρά περιστρόφου αξιωματικού του Στρατού (αυτουργός ο συνταγματάρχης Νικόλαος Ντερτιλής). Μεταφέρθηκε στο Σταθμό Πρώτων Βοηθειών του Ε.Ε.Σ. σε κωματώδη κατάσταση και κατόπιν στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου πέθανε αυθημερόν.
Κυριάκος Παντελεάκης του Δημητρίου, 44 ετών, δικηγόρος, από την Κροκέα Λακωνίας, κάτοικος Φερρών 5, Αθήνα. Στις 12.00 με 12.30 το μεσημέρι της 18.11.1973, ενώ βάδιζε στη διασταύρωση των οδών Πατησίων και Γλάδστωνος, τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά διερχομένου άρματος μάχης. Μεταφέρθηκε στο Ρυθμιστικό Κέντρο Αθηνών, όπου και πέθανε στις 27.12.1973.
Ευστάθιος Κολινιάτης, 47 ετών, από τον Πειραιά, κάτοικος Νικο-πόλεως 4, Καματερό Αττικής. Κτυπήθηκε στις 18.11.1973 από αστυνομικούς με συμπαγείς ράβδους, και υπέστη κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, συνεπεία των οποίων πέθανε στις 21.11.1973.
Ιωάννης Μικρώνης του Αγγέλου, 22 ετών, φοιτητής στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών, από την Ανω Αλισσό Αχαΐας. Συμμετείχε στην κατάληψη του Πανεπιστημίου Πατρών. Κτυπήθηκε μετά τα γεγονότα, υπό συνθήκες που παραμένουν ακόμη αδιευκρίνιστες. Συνεπεία της κακοποίησης του υπέστη ρήξη του ήπατος, εξαιτίας της οποίας πέθανε στις 17.12.1973 στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν. Σύμφωνα με ορισμένες ενδείξεις, ο τραυματισμός του συνέβη στην Πάτρα, άλλες όμως πληροφορίες τον τοποθετούν στην Αθήνα. Η περίπτωση του παραμένει υπό έρευνα.
Τα βασανιστήρια
Όπως ανέφερε σε αφιέρωμά της η «Μηχανή του Χρόνου», καθημερινά παιδιά που έκαναν τη στρατιωτικής τους θητεία, μετατράπηκαν σε στυγνά εργαλεία της μεσαιωνικής βίας που άσκησε η χούντα, στις ανακρίσεις. Οι συνεντεύξεις δημοσιεύθηκαν σε βιβλίο της καθηγήτριας Μίκας Χαρίτου Φατούρου.
Οι πρώην πλέον βασανιστές, περιγράφουν τις πρώτες μέρες και τα μαρτύρια που οι ίδιοι υπέστησαν κατά την εκπαίδευσή τους στο κέντρο εκπαίδευσης στρατιωτικής αστυνομίας (ΚΕΣΑ). Η διαδικασία “μύησης” των νεοσύλλεκτων ξεκινούσε από το τρένο που τους μετέφερε στο κέντρο εκπαίδευσης. Από την πρώτη στιγμή της εκπαίδευσης μέχρι και την τελευταία, οι εκπαιδευόμενοι γνώρισαν μόνο γιουχαρίσματα, ξυλοδαρμούς και ψυχολογικό πόλεμο. Οι αξιωματικοί παρακολουθούσαν από τα γραφεία τους για να σιγουρευτούν ότι οι εκπαιδευτές δεν “καλόπιαναν” τους νεοφερμένους. Η ψυχολογική και σωματική βία ήταν απαραίτητη για να διαλύσει κάθε άμυνα που μπορεί να προέβαλαν οι υποψήφιοι. Δεν τους επέτρεπαν να ικανοποιήσουν τις βιολογικές τους ανάγκες, διέκοπταν συνεχώς τον ύπνο τους και τους ξυλοκοπούσαν αδικαιολόγητα. Θεωρούταν τεράστια ντροπή για έναν νεοσύλλεκτο να ζητήσει άδεια να χρησιμοποιήσει την τουαλέτα ή να επισκεφτεί τον γιατρό. Σύμφωνα με μαρτυρία του “L”: “Δεν είχαμε καιρό να πάμε ούτε στην τουαλέτα. Κατουράγαμε στις αρβύλες μας ή τα κάναμε πάνω μας τη νύχτα ή χρησιμοποιούσαμε πλαστικές σακούλες”.
Όσο μεγαλύτερη αντοχή στα βασανιστήρια επεδείκνυε ο εκπαιδευόμενος, τόσο μεγαλύτερο σεβασμό αποσπούσε. Ο όρκος της μύησης ακολουθούσε την ίδια λογική. Οι νεοσύλλεκτοι έπρεπε να διασχίσουν γονατιστοί το στρατόπεδο και όταν έφταναν στο “πουλί”, το σύμβουλο της χούντας, να υψώσουν το δεξί τους χέρι και να απαγγείλουν δυνατά τον όρκο: “Ορκιζόμαστε υπακοή και πίστη στην επανάσταση της 21ης Απριλίου 1967 και να αγαπάμε την πατρίδα μας, τον Παπαδόπουλο και τον Ιωαννίδη”. Παράλληλα με τον σωματικό πόνο, οι εκπαιδευόμενοι επιβραβεύονταν με δηλώσεις του τύπου: “σας επέλεξε η μητέρα-πατρίδα”.
Η μαρτυρία του “B” περιγράφει ένα συνηθισμένο καψώνι: “Μας ξύπναγαν τη νύχτα για καψώνι. Έβαζαν για παράδειγμα όλη τη διμοιρία να χορεύει και να τραγουδάει καλαματιανό και ξαφνικά άρχιζαν το ξύλο. Τότε ο χορός μεταβαλλόταν σε τραγωδία. Πιστεύω ότι με τα καψώνια, θέλανε να μας δείξουν πως ο ΥΣΑ είναι μηδαμινός, δεν είναι άνδρας, παλικαράς, χορευτής. Είναι θηλυκό ζώο. Είναι η κότα που κάνει το αυγό στο κράνος, το ζώο που βόσκει χορταράκι, που κάνει έρωτα στον σάκο.” Οι αξιωματικοί απαιτούσαν τυφλή υποταγή από τους εκπαιδευόμενους. Ο “G” αναφέρει μια εντυπωσιακή εμπειρία: “Μια μέρα ο λοχίας μου είπε: “Αν σου πει ο διοικητής να σκοτώσεις τον πατέρα σου ή τη μάνα σου, τι θα κάνεις;”. Όταν απάντησα “Όχι”, εκείνος φώναξε στους άλλους: “Είναι τρελός, ακούστε τον τι λέει. Οφείλει να υπακούσει αν του δώσει διαταγή ο αξιωματικός.” Με χτύπησε γι’ αυτό”. Μία μέρα πριν από την τελετή που σηματοδοτούσε το τέλος της εκπαίδευσης, οι δόκιμοι ξυλοκοπήθηαν άγρια: “Ήταν λες και δεν είχαμε δικαίωμα ούτε να χαρούμε που παίρναμε πηλίκια”, είπε ο “Β”. Αυτοί θα γίνονταν στρατονόμοι. Ανάμεσα τους κάποιοι έπρεπε να επιλεγούν για τα βασανιστήρια των ανακρίσεων.
Για όσους είχαν επιλεγεί να γίνουν βασανιστές, η αρχική εκπαίδευση της ΕΣΑ δεν ήταν επαρκής. Η επιλογή γινόταν ύστερα από αυστηρή εξέταση των κριτηρίων. Σύμφωνα με τον βασανιστή “G”, επιλέγονταν παιδιά από χωριά, όχι Αθηναίους. Έπρεπε να είναι και κατώτερης κοινωνικής τάξης, επειδή ήταν πιο πιστοί στους αξιωματικούς. Στη δεύτερη φάση της εκπαίδευσης, οι νεαροί άντρες που είχαν μάθει να υπακούν τυφλά διαταγές, έπρεπε να μάθουν να βασανίζουν χωρίς έλεος. Εκτός από τις συνηθισμένες αγγαρείες, οι εκπαιδευόμενοι έπρεπε να αναισθητοποιηθούν στον πόνο των άλλων. Στην αρχή, διατάζονταν να πηγαίνουν φαγητό στους κρατούμενος, να καθαρίζουν το αίμα από τα κελιά και περιστασιακά να τους δίνουν και μερικά χτυπήματα. Αφού περνούσαν το πρώτο στάδιο, αναλάμβαναν τη φρούριση των θαλάμων κράτησης, όπου παρακολουθούσαν τα βασανιστήρια των κρατούμενων. Στο τέλος, τους υποχρέωναν να συμμετέχουν σε ομαδικούς ξυλοδαρμούς. Ο “Α”, που εξελίχθηκε σε έναν απ’ τους αγριότερους βασανιστές, είπε ότι μετά τον πρώτο ξυλοδαρμό που συμμετείχε, πήγε στο σπίτι της ξαδέλφης του και έκλαψε. Ο “Β”, αρχηγός του Τμήματος Διώξεως και απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής, περιέγραψε τα συναισθήματά του για τα βασανιστήρια: “Όσο περισσότερο βασανίζεις, τόσο περισσότερο θέλεις να βασανίζεις. Μεθάς με την πάροδο του χρόνου… Οι τελευταίοι σπασμοί του κρατούμενου σε κάνουν να σκυλιάζεις περισσότερο”.
Τα βασανιστήρια που επιβάλλονταν στους κρατούμενους ονομάζονταν “Σχέδια” και ήταν αριθμημένα και διαβαθμισμένα ανάλογα με την αυστηρότητά τους. Το “Σχέδιο Ένα” ήταν ήπιο. Πέντε άντρες εισάβαλλαν στο κελί ουρλιάζοντας και κραυγάζοντας. Έσπρωχναν, έβριζαν και χτυπούσαν τον κρατούμενο για να τον φοβερίσουν. Οι βασανιστές αποκαλούσαν το σχέδιο αυτό και “τσάι πάρτι”. Στο “Σχέδιο Δύο”, γνωστό και ως “Τσάι πάρτι με φρυγανιές”, άδειαζαν το κελί από έπιπλα και δύο άντρες χτυπούσαν τον κρατούμενο με γροθιές, κλοτσιές και γκλομπ, ουρλιάζοντας και βρίζοντας. Το “Σχέδιο Τρία” ήταν η περίφημη “Δοκιμασία της ορθοστασίας“, όπου υποχρέωναν τον κρατούμενο να σταθεί μέσα σε ένα μικρό κύκλο διαμέτρου περίπου 36 εκατοστών και τον χτυπούσαν αν έβγαινε έξω από τα όριά του. Οκτώ φρουροί σε τρίωρες βάρδιες παρακολουθούσαν προσεκτικά τον κρατούμενο. Το βασανιστήριο διαρκούσε ημέρες, χωρίς να παρέχεται τροφή και νερό στον κρατούμενο. Τον εμπόδιζαν να πιει ακόμη και το νερό από το καζανάκι ή τα ούρα του. Αν οι οπλίτες δεν εκτελούσαν ικανοποιητικά τα καθήκοντά τους, έμπαιναν εκείνοι στη μέση του κύκλου και ξυλοκοπούνταν αλύπητα.
Οι βασανιστές της ΕΣΑ περηφανεύονταν ότι δεν χτυπούσαν γυναίκες. Όχι επειδή διέθεταν ιδιαίτερα λεπτούς τρόπους, αλλά επειδή ήθελαν να αναδείξουν τη σωματική τους δύναμη. Ήθελαν τα θύματά τους να είναι άνδρες, δυνατοί άνδρες, που μπορούσαν να προβάλουν σθεναρή αντίσταση. Οι βασανιστές θεωρούσαν τους εαυτούς τους “υπεράνδρες”, ανώτερους και ισχυρότερους όλων. Το τέλος της χούντας Όταν ρωτήθηκαν για το τέλος της χούντας, οι περισσότεροι βασανιστές εξέφρασαν συναισθήματα απογοήτευσης, καθώς θα έχαναν τα προνόμια που τους προσέφερε η δουλειά τους και θα έπρεπε να επιστρέψουν στα χωριά απ’ όπου κατάγονταν. Η υποδοχή που τους επιφύλασσαν όμως οι συγχωριανοί τους δεν ήταν ιδιαίτερα θερμή. Πολλοί εκδιώχθηκαν απ’ τα χωριά τους και κουβαλούσαν το στίγμα του βασανιστή. Όταν ζητήθηκε απ’ τον “Α” να συμβουλεύσει έναν νέο που βρισκόταν στην ίδια θέση, έδωσε την εξής απάντηση: “Το καλύτερο που θα μπορούσε να κάνει είναι να λιποτακτήσει, να φύγει από τη χώρα, να μην πάει ποτέ στον στρατό. Δεν είναι μόνο ο στιγματισμός σου από μια τέτοια κατάσταση. Είναι ότι από άνθρωπο σε μεταμόρφωναν σε ζώο. Αυτό είναι αρκετό!”
Leave a Reply