Ο μικροαστός

Θα πάει στη δουλειά του, θα μείνει άπραγος και μακριά από κάθε πρόβλημα γύρω του.

Όταν το πρόβλημα τον φθάσει στην πόρτα του, δεν θα αποδεχθεί ποτέ τις ευθύνες του. Μάλιστα, θα προσπαθήσει να φορτώσει το πρόβλημα στον διπλανό ή να κατηγορήσει για αυτό κάποιον άλλο (συνήθως άλλης εθνικότητας).

Είναι ο μικροαστός. Είναι η «μάζα» που αναφέρουμε ορισμένες φορές.

Αυτή η μάζα εκλέγει, ζει δίπλα μας και μας επηρεάζει περισσότερο ακόμη και από τις πολιτικές αποφάσεις.

Με άλλα λόγια, είναι ο κυρ Παντελής και η κυρά Κατίνα.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,

έχεις κατάστημα κάπου στη γη.

Πουλάς εμπόρευμα, βγάζεις λεφτά

πολλά λεφτά, πολλά λεφτά.

Τις Κυριακές πρωί στην εκκλησιά

σταυροκοπιέσαι στην Παναγιά.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,

έχεις και σύζυγο, κόρη, παιδί,

μοντέρνα έπιπλα, έγχρωμη TV,

τρως τροφή πνευματική.

Μακριά από κόμματα μην βρεις μπελά,

«Πατρίς, θρησκεία και φαμελιά».

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,

τι κι αν πεθαίνουνε πάνω στη γη

χιλιάδες άνθρωποι χωρίς ψωμί,

μαύροι, λευκοί ή κίτρινοι;

Ο γιος σου μοναχά να ’ναι καλά

ν’ αφήσεις τ’ όνομα και τον παρά.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,

σκεύρωσες, σάπισες στο μαγαζί.

Τη νιότη ξόδεψες και την ορμή

για τη δραχμή, για το πετσί.

Δίπλα σου τ’ όνειρο, η ζωή και το φως

μα εσύ στο κουφάρι σου κλεισμένος εντός.

Ξέρεις πως δώσανε, κυρ Παντελή,

άλλοι τα νιάτα τους και τη ζωή

να γίνει τ’ όνειρο φέτα ψωμί

να φας κι εσύ, κυρ Παντελή;

Κι εσύ τι έδωσες, κυρ Παντελή;

Πες μας τι έκανες σ’ αυτή τη γη.

Πες μας τι άφησες κληρονομιά

που να εμπνέει τη νέα γενιά.

Έντιμε άνθρωπε, κυρ Παντελή,

έντρομε, άβουλε, συ φασουλή,

βρώμισες τ’ όνειρο και την ψυχή,

άδειο πετσί χωρίς πνοή.

Έντιμοι άνθρωποι, νέα γενιά,

θάψτε τους έντιμους μες στα σπαρτά

κι αυτούς που φτιάξανε τον Παντελή

σκουλήκι άχρηστο σ’ αυτή τη γη.

Κυρά Κατίνα σπλαχνική που κάνεις το σταυρό σου

μόλις μπανίσεις εκκλησιά και λες στον διπλανό σου

γι’ αυτούς τους μαύρους κι άραχλους που βρόμισαν τη χώρα

και έχουν κλέψει τις δουλειές που να τους πνίξει μπόρα.

Κυρά Κατίνα σπλαχνική που βρίζεις κάθε ξένο

στη λαϊκή, στην αγορά, στο τρόλεϊ, στο τρένο

λησμόνησες τον μπάρμπα σου που σέρνονταν στις τρύπες

στου ορυχείου τις στοές, στων καραβιών τις πίπες.

Πού είναι τα καμάρια σου, ο Γιώργος κι η Μαρία;

Ο γιος σου πήγε Καναδά κι η κόρη Αυστραλία

και σου ‘ρχονται τα δάκρυα και σου χαλούν τη μάσκα

όταν σου λένε: “δεν θα ‘ρθω μανούλα μου, το Πάσχα”.

Κυρά Κατίνα σπλαχνική που ξέρεις κάθε άγιο

κάνε και μία προσευχή για ‘κείνο το ναυάγιο

που είχε μέσα το παιδί, τη μάνα, τον πατέρα

και μόλις έπιασαν στεριά τους έριξαν μια σφαίρα.

Κυρά Κατίνα μου πιστή που αγαπάς αλλήλους

και περιτριγυρίζεσαι απ΄ του Αδόλφου φίλους

το αίμα είν’ στα χέρια σου, τα λόγια σου πιστόλι

κανένανε δεν σκότωσες μα έχουν πεθάνει όλοι.

Πού είναι τα καμάρια σου, ο Γιάννης κι η Ελένη;

Στα ξένα βρωμοέλληνες και στην Ελλάδα ξένοι

κι αφού μιλάς με τον Θεό, για ‘κείνα προσευχήσου

γιατί στην άλλη τη φουρνιά θα ‘ναι και το παιδί σου.

Σχολιάστε

Website Powered by WordPress.com.

ΠΑΝΩ ↑